- καρδιαλγία
- καρδι-αλγία, ἡ, Schmerzen am oberen Magenmund, Magendrücken
Wörterbuch altgriechisch-deutsch . 2010.
Wörterbuch altgriechisch-deutsch . 2010.
καρδιαλγία — καρδιαλγίᾱ , καρδιαλγία heartburn fem nom/voc/acc dual καρδιαλγίᾱ , καρδιαλγία heartburn fem nom/voc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
καρδιαλγίᾳ — καρδιαλγίᾱͅ , καρδιαλγία heartburn fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
καρδιαλγία — η (Α καρδιαλγία) [καρδιαλγής] νεοελλ. ιατρ. πόνος στην καρδιακή μοίρα τού στομάχου που εκδηλώνεται στο επιγάστριο ή πόνος στην καρδιακή χώρα, συχνά νευραλγικός αρχ. πόνος τού στομάχου … Dictionary of Greek
καρδιαλγίας — καρδιαλγίᾱς , καρδιαλγία heartburn fem acc pl καρδιαλγίᾱς , καρδιαλγία heartburn fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
καρδιαλγίαι — καρδιαλγίᾱͅ , καρδιαλγία heartburn fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
καρδιαλγίαν — καρδιαλγίᾱν , καρδιαλγία heartburn fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
καρδιαλγίη — καρδιαλγία heartburn fem nom/voc sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
καρδιαλγίης — καρδιαλγία heartburn fem gen sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
καρδιαλγίῃ — καρδιαλγία heartburn fem dat sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
καρδιαλγικός — ή, ό (Α καρδιαλγικός, ή, όν [καρδιαλγία] νεοελλ. 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην καρδιαλγία 2. αυτός που πάσχει από καρδιαλγία αρχ. αυτός που πάσχει από στομαχόπονο, ο στομαχικός … Dictionary of Greek
cardialgia — (Del gr. kardia, corazón + algeo, padecer.) ► sustantivo femenino 1 MEDICINA Dolor estomacal producido en el cardias. 2 MEDICINA Dolor neurálgico del corazón o de la región donde se ubica. * * * cardialgia (del gr. «kardialgía») f. Med. *Dolor… … Enciclopedia Universal